Το γιαπωνέζικο σπίτι: Αρχιτεκτονική και ζωή μετά το 1945

Παρουσιάζει ένα πρότυπο οικίας, προβάλλοντας μια ολοκληρωμένη minimal δομή. Το σπίτι μας, ακόμη και η προσωπικότητά μας έχουν μια άρρηκτη σχέση με την γιαπωνέζικη αρχιτεκτονική όσο με καμιά άλλη αρχιτεκτονική στον κόσμο, ειδικά τα τελευταία 70 χρόνια που επηρέασε όλες τις μοντέρνες σύγχρονες τάσεις του αρχιτεκτονικού design. 

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η εκτενής καταστροφή του Τόκυο και άλλων μεγάλων πόλεων της Ιαπωνίας, γέννησε την επείγουσα ανάγκη για νέες ιδέες και πειραματισμούς. Οι Γιαπωνέζοι αρχιτέκτονες χρησιμοποίησαν τα σχέδιά τους για ριζοσπαστικές προτάσεις και ανανεωτικές λύσεις, ασκώντας παράλληλα κριτική της μεταπολεμικής κοινωνίας.

 

Στο Βarbican Center του Λονδίνου, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα Κέντρα Τέχνης στον κόσμο, μπορεί να δει κανείς πόσο η αρχιτεκτονική, αλλά και η ζωή στην Ιαπωνία έχει αλλάξει μετά το 1945.

Το Γιαπωνέζικο Σπίτι παρουσιάζει ένα πρότυπο οικίας, προβάλλοντας μια ολοκληρωμένη minimal δομή. Είναι χωρισμένο σε δωμάτια, περιλαμβάνει μικρούς κήπους και ειναι διακοσμημένο με φυτά, SANAA rabbit chairs, και διάφορα αντικείμενα, όπως βιβλία, δίσκους των Brian Eno και των Sonic Youth και τα γιαπωνέζικα Muji καλλυντικά.

Παράλληλα με το Γιαπωνέζικο Σπίτι εκτίθεται και ένα ξύλινο tea-house, το οποίο είναι χτισμένο από φοιτητές του Πανεπιστημίου του Kingston, και σχεδιασμένο από τον διάσημο αρχιτέκτονα Terunobu Fujimori.

Η έκθεση είναι μια συν-διοργάνωση του Japan Foundation , του Barbican Center, του Εθνικού Μουσείου Maxxi της Ρώμης και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης του Tόκυο. H έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 27 Ιουνίου.

Πηγή: ependitislive.gr

 

Μείωση κλιματιστικου με τη χρήση ενεργειακών υαλοπινάκων

Χάρη στις ειδικές επιστρώσεις που διαθέτουν, τα ενεργειακά τζάμια βελτιώνουν κατά 220% τη θερμομόνωση ενός σπιτιού σε σχέση με τους κοινούς διπλούς υαλοπίνακες.

Πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, θεωρούν πως ένα παράθυρο με διπλό τζάμι συμβάλει στη θερμομόνωση της κατοικίας τους και περιορίζει τις δαπάνες για κλιματισμό και θέρμανση, το καλοκαίρι και τον χειμώνα αντίστοιχα.

Και θα είχαν δίκιο να το πιστεύουν στην περίπτωση που το διπλό τζάμι θα είχε κατασκευαστεί με τρόπο που να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό «ενεργειακό».

Δυστυχώς, όμως τις περισσότερες φορές το παράθυρο με το διπλό τζάμι που υπάρχει στο σπίτι τους δεν είναι τίποτε περισσότερο από έναν κοινό υαλοπίνακα, ο οποίος έχει μεν καλύτερη θερμομονωτική «συμπεριφορά» έναντι του κλασικού με μονό τζάμι, δεν αποτελεί ωστόσο παράγοντα ουσιαστικής εξοικονόμησης ενέργειας.

Τα ενεργειακά τζάμια κατασκευάζονται με τη χρήση ειδικών επιστρώσεων (Low – e) που δυσχεραίνουν την μεταφορά της θερμότητας από τον περιβάλλοντα χώρο στο εσωτερικό της κατοικίας και αντίστροφα, εξασφαλίζοντας έτσι οικονομία που υπολογίζεται πως αγγίζει ακόμη και το 50% σε ότι αφορά στο κόστος για τον δροσισμό ή τη θέρμανση ενός νοικοκυριού.

Μάλιστα εκτιμάται πως ένα ενεργειακό τζάμι εξοικονομεί ετησίως περί τις 300 κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο επιφανείας του.

Επισημαίνεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό (περί το 35%) της θερμικής μετάδοσης και απωλειών ενός ακινήτου πραγματοποιείται από τα παράθυρα και τις μπαλκονόπορτες, ενώ μικρότερα είναι τα αντίστοιχα ποσοστά «ευθύνης» της τοιχοποιίας (25%), του δαπέδου (20%) και της οροφής (20%).

Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε στο World Energy News η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εμπόρων και Βιοτεχνών Υαλοπινάκων (ΠΟΕΒΥ), η θερμομόνωση ενός σπιτιού που διαθέτει πραγματικά ενεργειακά τζάμια σε παράθυρα και μπαλκονόπορτες βελτιώνεται κατά 220% σε σχέση με τους κοινούς διπλούς υαλοπίνακες και κατά 400% σε σύγκριση με τα παράθυρα που έχουν μονό τζάμι.

ενεργειακοι υαλοπινακες

Είναι πασιφανές, λοιπόν, πως τα κουφώματα με διπλό τζάμι δεν εξασφαλίζουν κατ’ ανάγκη ένα ικανοποιητικό επίπεδο θερμομόνωσης και επομένως δεν οδηγούν αυτόματα στην εξοικονόμηση ενέργειας.

Και αυτό γιατί στην αγορά υπάρχουν πολλές κατηγορίες και ποιότητες υαλοπινάκων, πράγμα που εκ των πραγμάτων καθιστά δύσκολη την αναγνώρισή τους και την επιλογή εκείνων που διαθέτουν τις κατάλληλες ειδικές επιστρώσεις και ιδιότητες θερμοπερατότητας (βαθμός παρεμπόδισης της μεταφοράς θερμότητας μεταξύ του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου του ακινήτου) για υψηλή απόδοση.

Η διαφορά απόδοσης σε ότι αφορά στη θερμομόνωση μεταξύ του κοινού διπλού τζαμιού ενός παραθύρου ή μιας μπαλκονόπορτας και ενός πραγματικά ενεργειακού υαλοπίνακα είναι αρκετά μεγάλη.

Τρόποι ελέγχου

Πως, όμως, θα είναι σίγουρος εκείνος που θέλει να αντικαταστήσει τα απλά τζάμια του σπιτιού του ότι αυτά που θα τοποθετήσει θα είναι ενεργειακά;

Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να απευθυνθεί σε έναν τεχνικό – τοποθετητή (τζαμά) που γνωρίζει και εμπιστεύεται, περιορίζοντας έτσι κατά το δυνατόν τις πιθανότητες να του πουλήσουν χαμηλότερης ποιότητας προϊόν.

Επιπλέον, οι περισσότεροι από τους τοποθετητές διαθέτουν ειδικές συσκευές ανίχνευσης των ενεργειακών επιστρώσεων και μπορούν εύκολα και γρήγορα να διαπιστώσουν αν όντως ο υαλοπίνακας είναι ενεργειακός.

Από εκεί και πέρα, ο ίδιος ο ιδιοκτήτης μπορεί με δύο απλούς πρακτικούς τρόπους να επιβεβαιώσει την ποιότητα του τζαμιού:

  • Πρώτον, χρησιμοποιώντας μια πηγή έντονης θερμότητας (όπως για παράδειγμα έναν ισχυρό προβολέα ή μια λάμπα υπέρυθρης ακτινοβολίας), την οποία και τοποθετεί πίσω από τον υαλοπίνακα. Στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος στέκεται απέναντι από τον προβολέα και πίσω ακριβώς από το τζάμι. Ο απλός διπλός υαλοπίνακας δεν θα ελαττώσει επαρκώς την ροή θερμότητας που θα τον διαπερνά, σε αντίθεση με τον ενεργειακό που θα εμποδίσει δραστικά την αίσθηση της ζέστης.

ενεργειακοι υαλοπινακες 2

  • Δεύτερον, τοποθετώντας κατά τη διάρκεια μιας ηλιόλουστης ημέρας τον γυμνό βραχίονα του χεριού του πίσω από το μισάνοιχτο παράθυρο με τον υπό εξέταση υαλοπίνακα. Θα πρέπει δε να τοποθετήσει τον βραχίονα του χεριού με τέτοιο τρόπο που ο μισός να είναι εκτεθειμένος απ’ ευθείας στον ήλιο και ο υπόλοιπος να βρίσκεται στην «σκιά» του υαλοπίνακα. Σε περίπτωση που ο υαλοπίνακας είναι πραγματικά ενεργειακός, τότε μετά την πάροδο ενός με δύο λεπτών θα αισθανθεί το μισό του χέρι να παραμένει δροσερό (αυτό που καλύπτεται από τον υαλοπίνακα), ενώ το άλλο μισό (αυτό που είναι εκτεθειμένο στον ήλιο) να «καίγεται». Αντίθετα, αν δεν αισθανθεί σημαντική διαφορά στα δύο τμήματα του βραχίονά του, τότε το τζάμι ουδεμία σχέση έχει με ενεργειακό και καλό θα είναι να το αντικαταστήσει – επικαλούμενος τη σχετική εγγύηση – το συντομότερο δυνατόν.

Παράγοντες που καθορίζουν την απόδοση

Πέρα, όμως, από το διαχωρισμό των κοινών τζαμιών από τα ενεργειακά, υφίστανται σημαντικές διαφορές και ανάμεσα σ’ αυτούς καθ’ αυτούς τους ενεργειακού τύπου υαλοπίνακες. Οι διαφορές έχουν να κάνουν κυρίως με την επίστρωση που διαθέτει το καθένα, το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων, αλλά και τη διαπερατότητα όσον αφορά στην ηλιακή ακτινοβολία.

Η επίστρωση αποτελείται από μεταλλικά στοιχεία και εφαρμόζεται στην εσωτερική πλευρά του υαλοπίνακα κατά την φάση της κατασκευής του.

Έτσι, τις εξωτερικές όψεις του ενεργειακού διπλού τζαμιού μπορούμε να τις χειριστούμε ακριβώς όπως ένα κοινό τζάμι (π.χ. όταν το καθαρίζουμε), μιας και δεν επηρεάζεται η ενεργειακή του απόδοση δεδομένου ότι αυτή καθορίζεται από την επίστρωση που φέρει ο υαλοπίνακας στις εσωτερικές του πλευρές.

Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι στην ενεργειακή απόδοση του υαλοπίνακα δεν παίζει ρόλο το πάχος του (είτε είναι 4 χιλιοστών, είτε 6, είτε 8 χιλιοστών), αλλά μόνο η επίστρωση. Η επίστρωση αυτή, από την στιγμή που θα κατασκευαστεί και εν συνεχεία θα σφραγιστεί ο ενεργειακός υαλοπίνακας, παραμένει αναλλοίωτη με την πάροδο του χρόνου.

ενεργειακος υαλοπινακας

Στην εξασφάλιση υψηλής θερμομόνωσης σημαντικός παράγοντας είναι επίσης το διάκενο μεταξύ των δύο τζαμιών που απαρτίζουν τον διπλό υαλοπίνακα. Η μέγιστη ωφελιμότητα παρουσιάζεται όταν το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων είναι περί τα 16 χιλιοστά, καθώς και όταν μεταξύ τους διαχέεται κάποιο ευγενές αέριο (Argon, Krypton, Xenon κλπ).

Επισημαίνεται πως οι κατασκευαστές συνήθως προσθέτουν στους αεροθαλάμους κάποιο από τα συγκεκριμένα αέρια με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση της θερμομόνωσης του υαλοπίνακα. Τα ευγενή αυτά αέρια έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν την θερμομόνωση του υαλοπίνακα κατά περίπου 20% επί πλέον, ωστόσο με την πάροδο του χρόνου – και ανάλογα με το είδος της κόλας που χρησιμοποιήθηκε για τη σφράγιση – διαχέονται σταδιακά στην ατμόσφαιρα.

Υπολογίζεται δε πως κάθε περίπου 10 χρόνια, «χάνεται» περί το 50% της ποσότητας του αερίου που υπάρχει κάθε φορά στον διπλό υαλοπίνακα. Σε κάθε περίπτωση το κόστος του αερίου είναι μικρό και εκτιμάται πως η απόσβεσή του γίνεται ήδη μέσα στον πρώτο ή έστω στο δεύτερο χρόνο από την τοποθέτηση του υαλοπίνακα.

Το τρίτο στοιχείο που διαχωρίζει μεταξύ τους τους ενεργειακούς υαλοπίνακες έχει να κάνει με το επίπεδο διαπερατότητας της ηλιακής ακτινοβολίας. Ανάλογα με τις ανάγκες του νοικοκυριού και τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής όπου βρίσκεται το ακίνητο, υπάρχουν τζάμια με μικρότερο ή μεγαλύτερο ηλιακό συντελεστή, ο οποίος καθορίζει το μέγεθος της διαπερατότητας του ηλίου στο χώρο χωρίς παράλληλα να εμποδίζει την εξασφάλιση φυσικού φωτός στο εσωτερικό της κατοικίας.

Θερμομόνωση και ηχομόνωση μόνο με σωστή τοποθέτηση

Φυσικά, εκτός από την αγορά της κατάλληλης για κάθε περίπτωση ποιότητας υαλοπίνακα, είναι σημαντικό να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή και στην τοποθέτησή του. Η σωστή τοποθέτηση είναι το στοιχείο εκείνο που ουσιαστικά διασφαλίζει τόσο τη βελτίωση της θερμομόνωσης του ακινήτου, όσο και την ενίσχυση της ηχομόνωσής του.

Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, τα τζάμια δεν θα πρέπει να βρίσκονται σε επαφή με τα κουφώματα αλλά θα πρέπει να παρεμβάλλεται λάστιχο μεταξύ αυτών και των πλαισίων και από τις δύο πλευρές τους (εσωτερική και εξωτερική), κάτι που μπορεί να ελέγξει άμεσα ο ίδιος ο ιδιοκτήτης.

ενεργειακοι υαλοπινακες

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως η αντικατάσταση των υαλοπινάκων δεν συνεπάγεται αντικατάσταση και των κουφωμάτων – πλαισίων.

Το κούφωμα ενός ανοίγματος (παράθυρου ή μπαλκονόπορτας) «ευθύνεται» για μικρό μόνο μέρος των συνολικών απωλειών, κάτι που εξαρτάται άμεσα από τις διαστάσεις του ανοίγματος, την διατομή και την μορφή του προφίλ, το υλικό και την ποιότητας κατασκευής του.

Επιπλέον, το κούφωμα αποτελεί κατά μέσο όρο το 20% του κάθε ανοίγματος και επομένως δεν μπορεί να παίζει σημαντικότερο ρόλο στην εξοικονόμηση ενέργειας απ’ ότι ο υαλοπίνακας που καλύπτει το 80% της επιφάνειας ενός ανοίγματος.

Έτσι, ο κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να σταθμίσει το όφελος και το κόστος της αντικατάστασης των κουφωμάτων του ακινήτου του, ιδίως από τη στιγμή που στις περισσότερες περιπτώσεις οι νέοι υαλοπίνακες μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς κανένα πρόβλημα στα υφιστάμενα πλαίσια.

Κόστος από 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο

Σε ότι αφορά στις τιμές των ενεργειακών υαλοπινάκων, επισημαίνεται πως αυτές ποικίλουν και εξαρτώνται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους (επιστρώσεις, πάχος τζαμιού, ποσοστό ηλιακής διαπερατότητας κτλ).

Πάντως, ένας τέτοιος υαλοπίνακας με μια σχετικά υψηλή ποιότητα μπορεί να έχει ελάχιστο κόστος αγοράς τα 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ το μέσο κόστος μπορεί να ανέλθει στα 100 με 110 ευρώ.
Έτσι, για ένα διαμέρισμα με επιφάνεια 100 τετραγωνικών μέτρων, θα απαιτηθούν υαλοπίνακες συνολικής επιφάνειας 10 -12 τ.μ. με τη τελική δαπάνη για την τοποθέτηση ενεργειακών τζαμιών να αγγίξει περί τα 1.500 ευρώ (αγορά υαλοπινάκων και εργασία τοποθέτησης).

Με βάση δε την εξοικονόμηση που μπορεί να επιτευχθεί σε ότι έχει να κάνει με τη θέρμανση και τον κλιματισμό, υπολογίζεται πως η απόσβεση της συγκεκριμένης επένδυσης είναι δυνατόν να γίνει εντός χρονικού διαστήματος δύο με τριών ετών.

Πηγή: worldenergynews.gr

Αρχιτεκτονικό αριστούργημα πέντε αστέρων… κρεμασμένο σε δέντρο!

Σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό τοπίο, η κατασκευή αγκαλιάζει το δέντρο χωρίς να καρφώνεται πάνω σε αυτό.

Το E’Terra Samara σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό τοπίο, και να αγκαλιάζει το δέντρο και όχι να καρφώνεται πάνω σε αυτό.

Άλλωστε «το δάσος Bruce Peninsula στον Καναδά ανήκει στην Παγκόσμια Βιόσφαιρα της UNESCO, και οφείλαμε -το λιγότερο- να το σεβαστούμε αυτό»,αναφέρει το δελτίο Τύπου της αρχιτεκτονικής εταιρείας Farrow που ανέλαβε την κατασκευή του ξενοδοχείου.Το 5άστερο θέρετρο αποτελείται από δώδεκα πολυτελείς βίλες-δεντρόσπιτα, πλήρως εξοπλισμένες, οι οποίες “αγκαλιάζουν” τα δέντρα του δάσους, χωρίς να τα “πληγώνουν”, προσφέροντας παράλληλα στους ενοίκους την πλήρη ενσωμάτωση στο φυσικό περιβάλλον.

«Έμπνευση για το σχήμα του ξενοδοχείου έδωσαν… οι σπόροι που πέφτουν από τα πλατάνια το φθινόπωρο, δημιουργώντας μια κάψουλα εξ ολοκλήρου από φυσικά υλικά, με σεβασμό στο περιβάλλον αλλά και προσφέροντας στους ενοίκους υψηλής ποιότητας υπηρεσίες», συμπληρώνει ο υπεύθυνος του αρχιτεκτονικού studio.

Η ενίσχυση του οικοτουρισμού στην περιοχή χωρίς, όμως, να επηρεάζεται το φυσικό περιβάλλον του δάσους ήταν, άλλωστε, το βασικό ζητούμενο της κατασκευαστικής εταιρείας, που φαίνεται να το πετυχαίνει και με το παραπάνω, δημιουργώντας έναν χώρο απόλυτης ευεξίας και τέλειας εναρμόνισης με τη φύση.

Πηγή : ependitislive.gr

 

Ηλεκτροστατική βαφή αλουμινίου

Το αλουμίνιο που προορίζεται για αρχιτεκτονικές εφαρμογές υφίσταται επιφανειακές επεξεργασίες προκειμένου, αφ’ ενός μεν να βελτιωθεί η αντιδιαβρωτική συμπεριφορά του, αφ’ ετέρου δε να επιτευχθεί η επιθυμητή εμφάνιση και ο χρωματισμός για την εξυπηρέτηση των διακοσμητικών απαιτήσεων των αρχιτεκτονικών εφαρμογών και κατασκευών. Οι μέθοδοι που έχουν επικρατήσει και συνήθως χρησιμοποιούνται για την επιφανειακή επεξεργασία του αλουμινίου που προορίζεται για αρχιτεκτονικές εφαρμογές είναι η ανοδίωση και η ηλεκτροστατική βαφή.

Σχετική εικόνα

Με την ηλεκτροστατική βαφή, προστίθεται και επικαλύπτεται η επιφάνεια του αλουμινίου με ένα στρώμα πολυεστερικής βαφής. Η κατάλληλη προεργασία της επιφάνειας, η σύσταση της πολυεστερικής βαφής και οι συνθήκες εφαρμογής, εξασφαλίζουν την προστασία της επιφάνειας του αλουμινίου από την διάβρωση.

Μερικά από τα χαρακτηριστικά της ηλεκτροστατικής βαφής είναι:

  • Η αντιδιαβρωτική προστασία που προσφέρει στο αλουμίνιο είναι πάρα πολύ καλή, εφ΄ όσον τηρηθούν όλες οι συνθήκες παραγωγικής διαδικασίας, εφαρμογής και χρήσης.
  • Η ηλεκτροστατική βαφή προσφέρει απεριόριστη επιλογή χρωμάτων.
  • Η βαφή είναι ένα στρώμα διαφορετικής σύστασης και υφής από το αλουμίνιο. Τα δύο υλικά παρουσιάζουν διαφορετική συμπεριφορά στις μηχανικές καταπονήσεις και καιρικές συνθήκες και έτσι υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης αποκολλήσεων.

Η ηλεκτροστατική βαφή του αλουμινίου είναι μια νέα, σχετικά, μέθοδος. Είναι φυσικό να υπάρχουν ακόμη θέματα προς διερεύνηση, ιδιαίτερα όσον αφορά την συμπεριφορά του συστήματος βαφή-μέταλλο αλουμίνιο στον χρόνο. Όμως, η συνεχής έρευνα και η καθημερινά αποκτούμενη εμπειρία, βοηθούν στην εξεύρεση των κατάλληλων λύσεων.

Μια λεπτομέρεια που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο σχεδιασμό των προφίλ αλουμινίου που πρόκειται να υποστούν ανοδίωση ή βαφή, είναι η διαφορετική επίδραση των δύο μεθόδων στις τελικές διαστάσεις. Το ανοδικό επίστρωμα (ανοδίωση), που το πάχος του κυμαίνεται από 10-25 μικρά, εισχωρεί στο μέταλλο και πρακτικά δεν αλλάζει τις τελικές διαστάσεις της επιφάνειας. Το πάχος της ηλεκτροστατικής βαφής του είναι μεγαλύτερο από 60 μικρά και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να φθάσει και πάνω από 120 μικρά.

Ο αλουμινοκατασκευαστής πρέπει να γνωρίζει και να εκθέτει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε μεθόδου στον πελάτη, ο οποίος έχει και την τελική ευθύνη της επιλογής. Προκειμένου ο πελάτης να καθοδηγηθεί σωστά, θα πρέπει, επίσης, να έχουμε υπόψη τα εξής :

  • Οι δύο μέθοδοι, ανοδίωση ή βαφή, συνιστούνται ανεπιφύλακτα για την επιφανειακή επεξεργασία του αλουμινίου που προορίζεται για αρχιτεκτονικές εφαρμογές.
  • Οι αλουμινοκατασκευαστές, που έχουν την ευθύνη απέναντι στους πελάτες τους για την παράδοση σωστών προϊόντων, θα πρέπει να προσπαθούν να χρησιμοποιούν προϊόντα που έχουν υποστεί επεξεργασία σε μονάδες ανοδίωσης με πιστοποίηση κατά Qualanod, ή μονάδες βαφής με πιστοποίηση κατά Qualicoat.
  • Η συναρμολόγηση και ο χειρισμός των ανοδιωμένων ή βαμμένων προφίλ αλουμινίου, θα πρέπει να γίνεται με τους γνωστούς σε όλους αλλά σε λίγες περιπτώσεις εφαρμοζόμενους κανόνες. Για παράδειγμα, κατά την συναρμολόγηση ή την τοποθέτηση, πρέπει να χρησιμοποιούνται πάντα ανοξείδωτες βίδες.
  • Το αλουμίνιο, ως υλικό, έχει πάρα πολλά πλεονεκτήματα αλλά οπωσδήποτε παρουσιάζει και μειονεκτήματα. Έχει αποδειχθεί όμως ότι, τουλάχιστον για την Ελλάδα και τις άλλες Μεσογειακές χώρες, το αλουμίνιο είναι το πλέον κατάλληλο υλικό για αρχιτεκτονικές εφαρμογές. Η αναφορά σε μερίδια αγοράς που κατέχουν άλλα υλικά σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα της Κεντρική Ευρώπης, οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα και εγκυμονεί κινδύνους για τους Έλληνες καταναλωτές. Τυχόν προβλήματα που εμφανίζονται σε κατασκευές αλουμινίου, μετά από έρευνα και από την καθημερινά αποκτούμενη εμπειρία, βρίσκουν πάντα τη λύση τους και αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά.

Η τεχνολογία της ηλεκτροστατικής βαφής

Ηλεκτροστατική βαφή είναι η επικάλυψη του αλουμινίου με ειδικές εποξειδικές, εποξύ-πολυεστερικές ή με πολυεστερικές ρητίνες, με σκοπό αφ’ενός την προστασία από την διάβρωση, αφ’ετέρου δε την επίτευξη του επιθυμητού χρωματισμού και εμφάνισης. Για την βαφή των προφίλ αλουμινίου που προορίζονται για αρχιτεκτονικές εφαρμογές (πόρτες, παράθυρα, υαλοπετάσματα κλπ), χρησιμοποιούνται οι πολυεστερικές πούδρες. Οι πούδρες αυτές χαρακτηρίζονται από την μεγάλη αντοχή στις εξωτερικές συνθήκες.

Σχετική εικόνα

Τα βασικά στάδια για την ηλεκτροστατική βαφή αλουμινίου είναι:

Καθαρισμός της επιφάνειας: Τα προς βαφή τεμάχια αλουμινίου εισάγονται σε μπάνια που περιέχουν τα κατάλληλα χημικά μέσα όπου επιτυγχάνεται ο καθαρισμός της επιφάνειάς τους από ξένα σωματίδια, λίπη ή άλλες ξένες ουσίες, καθώς και η ενεργοποίηση της επιφάνειας.

Υπόστρωμα (χρωμάτωση): στην περίπτωση της βαφής αλουμινίου, απαιτούμε την καλή συνεργασία δύο διαφορετικών υλικών, της χρωστικής ύλης (πούδρα) και του μετάλλου (αλουμίνιο). Η φύση και οι χημικές ιδιότητες των δύο υλικών δεν επιτρέπουν την άμεση και αποτελεσματική πρόσφυση. Για το λόγο αυτό απαιτείται η δημιουργία ενός κατάλληλου υποστρώματος που θα επιτρέψει την καλή συγκόλληση των δύο υλικών. Για την δημιουργία του υποστρώματος εφαρμόζεται, κυρίως, η διαδικασία της χρωμάτωσης που θεωρείται ως η πλέον πρόσφορη και ενδεδειγμένη μέθοδος από τεχνική και οικονομική άποψη. Η χρωμάτωση προσφέρει χημική αδράνεια στην επιφάνεια του μετάλλου, καλή πρόσφυση και ικανότητα της χρωστικής ύλης να παρακολουθεί ικανοποιητικά τις παραμορφώσεις του μετάλλου. Επίσης, σε μικρότερη κλίμακα, χρησιμοποιούνται και άλλες μέθοδοι για την δημιουργία του κατάλληλου υποστρώματος, όπως η ανοδίωση (3-8 μικρά, χωρίς σφράγισμα των πόρων).

Βαφή: Το επόμενο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας είναι η εφαρμογή της πούδρας βαφής στα τεμάχια αλουμινίου. Η χρωστική ύλη, σε μορφή πούδρας, φορτίζεται με ηλεκτροστατικό φορτίο (70-100 Κvolts) και εκτοξεύεται με πεπιεσμένο αέρα από τα πιστόλια βαφής, πάνω στα κομμάτια αλουμινίου, που είναι γειωμένα, και επικαλύπτει την επιφάνειά τους. Η διαφορά ηλεκτροστατικού δυναμικού έχει σαν αποτέλεσμα τη συγκράτηση των κόκκων της χρωστικής ύλης πάνω στην επιφάνεια του αλουμινίου. Η τελική πρόσφυση της χρωστικής ουσίας επιτυγχάνεται σ’ ένα επόμενο στάδιο με τον πολυμερισμό της σε κατάλληλους φούρνους. Σε πολύπλοκα προφίλ, το πάχος της βαφής δεν είναι παντού το ίδιο. Λόγω των νόμων της φυσικής, οι κόκκοι της πούδρας που είναι φορτισμένοι με ηλεκτροστατικό φορτίο – συναντούν δυσκολία να εισέλθουν σε εσοχές. Η προσπάθεια να εξασφαλισθεί επαρκές επίστρωμα βαφής στα δύσκολα αυτά σημεία, ιδιαίτερα όταν αυτά είναι ορατά στην κατασκευή (οδηγοί, κάσες κλπ), φορτώνει τις εύκολες επιφάνειες του προφίλ με, πολλές φορές υπερβολικά, μεγάλο πάχος βαφής.

Πολυμερισμός: Μετά την εφαρμογή της χρωστικής ύλης, τα τεμάχια αλουμινίου οδηγούνται σε ειδικούς φούρνους όπου σε θερμοκρασία (180-220οC) και χρόνο που ορίζονται από τον παραγωγό της πούδρας, γίνεται ο πολυμερισμός της ρητίνης και επομένως η δημιουργία προστατευτικού, σταθερού επιστρώματος βαφής.

Ποιοτικά χαρακτηριστικά της ηλεκτροστατικής βαφής αλουμινίου

Η τελική ποιότητα της ηλεκτροστατικής βαφής αλουμινίου εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες και η εκτίμησή της απαιτεί μια σειρά ελέγχων και δοκιμών. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την τελική ποιότητα είναι:

Εγκαταστάσεις: Η εφαρμογή της ηλεκτροστατικής βαφής απαιτεί συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, εξοπλισμό και αυστηρή τήρηση και έλεγχο όλων των συνθηκών παραγωγικής διαδικασίας. Τα στάδια του καθαρισμού των προς βαφή επιφανειών αλουμινίου, η δημιουργία του κατάλληλου και σωστού υποστρώματος (χρωμάτωση κλπ), η βαφή και ο πολυμερισμός, αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για το τελικό αποτέλεσμα. Πολλά από τα προβλήματα που εμφανίζονται στην πράξη, οφείλονται στην αντίληψη ότι η βαφή είναι εύκολη δουλειά, σκεπάζει τα πάντα και μπορεί να γίνει οπουδήποτε.

Πρώτες ύλες-υλικά: Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη καλής ποιότητας βαφής είναι ο τύπος και η ποιότητα της χρησιμοποιούμενης πούδρας. Θεωρείται απαραίτητη η χρήση χρωστικών υλών που έχουν την έγκριση της QUALICOAT. Ο πελάτης πρέπει να απαιτεί από το βαφέα τη χρησιμοποίηση πούδρας που έχει σήμα ποιότητας της QUALICOAT. Το σήμα ποιότητας της πούδρας αποδεικνύεται από τα κουτιά συσκευασίας τους, όπου υποχρεωτικά αναγράφεται ο αριθμός έγκρισης της QUALICOAT. Η ποιότητα της βαφής διαπιστώνεται από μια σειρά οπτικών και εργαστηριακών ελέγχων και δοκιμών. Σύμφωνα με τις προδιαγραφές της QUALICOAT, τα βαμμένα προϊόντα αλουμινίου πρέπει να ικανοποιούν τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

Εμφάνιση: Δεν πρέπει στις σημαντικές επιφάνειες να υπάρχουν χαραγές που φθάνουν μέχρι το μέταλλο. Οι βαμμένες επιφάνειες εξεταζόμενες υπό γωνία 600 και από απόσταση 3 μέτρων, περίπου, δεν πρέπει να εμφανίζουν καμία σημαντική ανωμαλία όπως: ραβδώσεις, φλύκταινες, φλοιός πορτοκαλιού, εγκλίσεις ξένων υλών, κρατήρες, στίγματα, εκδορές κλπ. Το στρώμα βαφής πρέπει να παρουσιάζει ομοιομορφία χρώματος και καλή καλυπτική ικανότητα όταν παρατηρείται από απόσταση τουλάχιστον 5 μέτρων προκειμένου περί εξωτερικών επιφανειών και τουλάχιστον 3 μέτρων προκειμένου περί εσωτερικών.

Χρώμα: Η απεριόριστη ποικιλία χρωμάτων που προσφέρει η ηλεκτροστατική βαφή είναι ένας από τους παράγοντες που επέδρασε στην ευρεία χρήση της σήμερα. Παράλληλα όμως, αυτή η μεγάλη ποικιλία χρωμάτων δημιουργεί πολλές φορές προβλήματα στην επικοινωνία μεταξύ πελάτη και βαφέα. Τα χρώματα κωδικοποιούνται βάσει του συστήματος RAL.

Οι αποχρώσεις κάθε βασικού χρώματος έχουν ξεχωριστό αριθμό RAL. (πχ. υπάρχει λευκό RAL 9010 αλλά και λευκό RAL 9016). Μερικές φορές, δημιουργείται η αίσθηση διαφορετικής απόχρωσης, λόγω της διαφορετικής στιλπνότητας. Οι χρωστικές ύλες (πούδρες) ανάλογα με την σύστασή τους, μπορεί να έχουν διαφορετική τελική στιλπνότητα (λαμπρότητα). Η στιλπνότητα μετράται σε μονάδες και διακρίνομε τρεις κατηγορίες:

  • Κατηγορία 1 (Ματ): 0 – 30 μονάδες
  • Κατηγορία 2 (Ημιγυαλιστερό): 31 – 70 μονάδες
  • Κατηγορία 3 (Γυαλιστερό): 71 – 100 μονάδες

Ο αλουμινοκατασκευαστής, όταν δίνει παραγγελία θα πρέπει να καθορίζει το χρώμα βάσει του κωδικού RAL, καθώς και την επιθυμητή στιλπνότητα βάσει της κατηγορίας (ματ – ημιγυαλιστερό – γυαλιστερό). Οι παραγγελίες του τύπου: “χρώμα γάλα“, “λευκό της Α εταιρίας” ή “πράσινο σκούρο” είναι άστοχες και μπορεί να επιφυλάσσουν δυσάρεστες εκπλήξεις και πολλές παρεξηγήσεις. Ο αλουμινοκατασκευαστής μπορεί να ελέγξει τα προϊόντα που παραλαμβάνει συγκρίνοντάς τα με το ειδικό χρωματολόγιο RAL που μπορεί να προμηθευθεί από τον βαφέα.

Πάχος βαφής: Η βαφή πρέπει να έχει το κατάλληλο πάχος ώστε σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ποιοτικά χαρακτηριστικά να εξασφαλίζει την προστασία του μετάλλου και την καλή εμφάνιση του τελικού προϊόντος. Το πάχος της βαφής, στις επιφάνειες που είναι συνεχώς ορατές, πρέπει να είναι τουλάχιστον 60 μm (μικρά), η μέτρησή του δε, γίνεται με ειδικά όργανα. Πάντως, επιφάνειες με πάχος βαφής κάτω από 50 μικρά (που θεωρείται κρίσιμο πάχος) φαίνονται αμέσως, από ένα σχετικά έμπειρο γυμνό μάτι, ως πλημμελώς βαμμένες.

Μηχανικές αντοχές: Οι μηχανικές αντοχές αφορούν τις ιδιότητες της πρόσφυσης, της σκληρότητας (αντοχή σε γδαρσίματα) και της ελαστικότητας (αντοχή σε κοίλανση, κάμψη, κρούση) των επιστρωμάτων ηλεκτροστατικής βαφής αλουμινίου. Οι ιδιότητες αυτές εξασφαλίζονται με την καλή προετοιμασία της επιφάνειας του αλουμινίου (καθαρισμός και υπόστρωμα) την ποιότητα της πούδρας και τις συνθήκες πολυμερισμού. Για την εκτίμηση του επιπέδου της ποιότητας χρησιμοποιούνται τόσο ειδικές εργαστηριακές δοκιμές όσο και απλές πρακτικές δοκιμές. Μια εύκολη και χαρακτηριστική μέθοδος για τον έλεγχο των μηχανικών αντοχών της βαφής από τους αλουμινοκατασκευαστές, είναι η συμπεριφορά του συστήματος βαφή-μέταλλο, κατά την μηχανουργική κατεργασία. Το επίστρωμα βαφής δεν πρέπει να παρουσιάζει θραύση η αποκόλληση, όταν υφίσταται πριόνισμα, τρύπημα η φρεζάρισμα με καλά, βέβαια, εργαλεία.

Αντοχή στη διάβρωση: Ειδικές δοκιμές χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της αντοχής των βαμμένων προϊόντων αλουμινίου σε διάβρωση όπως: η δοκιμή αλατονέφωσης (διάρκεια 1000 ώρες), δοκιμή MACHU (σύντομη δοκιμή, 48 ώρες), κλπ.

Αποτέλεσμα εικόνας για πουδρες ηλεκτροστατικης βαφης

Πιστοποίηση της ποιότητας σε προϊόντα ηλεκτροστατικής βαφής

Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ο έλεγχος και η πιστοποίηση της ποιότητας των ανοδιωμένων και ηλεκτροστατικά βαμμένων προϊόντων αλουμινίου καθορίζονται από τις προδιαγραφές της QUALANOD και QUALICOAT αντίστοιχα, που αναφέρονται σε:

  • Καθορίζουν τον ελάχιστο εξοπλισμό και την παραγωγική διαδικασία της μονάδας, καθώς και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων της.
  • Επιβάλλουν τον αυτοέλεγχο της μονάδας, σε καθημερινή βάση, καθορίζοντας ελάχιστο αριθμό ελέγχων τόσο στην παραγωγική διαδικασία όσο και στα τελικά προϊόντα, καταγραφή των αποτελεσμάτων και τήρηση αρχείου με τα δοκίμια που ελέχθησαν.
  • Οι εταιρείες, δύο φορές, τουλάχιστον, το χρόνο χωρίς προειδοποίηση και σε ακαθόριστα χρονικά διαστήματα ελέγχονται από επιθεωρητές ποιότητος.
  • Σε κάθε χώρα, η παρακολούθηση της διαδικασίας και η απονομή των πιστοποιητικών ποιότητας γίνεται από Εθνικές Ενώσεις που συμμετέχουν στην Qualanod και Qualicoat και την αντιπροσωπεύουν σε κάθε χώρα. Στην Ελλάδα, εξουσιοδοτημένος και υπεύθυνος Οργανισμός για την διενέργεια των ελέγχων και την απονομή των σημάτων ποιότητος Qualanod και Qualicoat είναι η Ελληνική Ένωση Αλουμινίου.

Η εφαρμογή του συστήματος πιστοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο δίνει την ευκαιρία για μια ευρεία απόκτηση εμπειριών και ανταλλαγή απόψεων. Τυχόν προβλήματα (μην ξεχνάμε ότι τίποτα δεν είναι τέλειο) που εντοπίζονται είτε στον τεχνολογικό και παραγωγικό τομέα, είτε σε θέματα διαδικασιών πιστοποίησης, αντιμετωπίζονται από κοινού και με τον πιο πρόσφορο τρόπο.

Του “Γιάννη Γεωργουσόπουλου” Χημικού – Μηχανικού – Τεχνικού Συμβούλου της Ελληνικής Ένωσης Αλουμινίου